Ιωάννης Καψής – Ένας Πειρατής Βασιλιάς της Μήλου

Ανάμεσα στους χιλιάδες πειρατές που έδρασαν στο Αιγαίο τα χρόνια της τουρκοκρατίας, ξεχωριστή θέση κατέχει αναμφίβολα ο Ιωάννης Κάψης (ή Καψής), καθώς ήταν ο μοναδικός Έλληνας πειρατής που ίδρυσε ανεξάρτητο κράτος στο Αρχιπέλαγος και το κυβέρνησε για τρία χρόνια, από το 1677 ως το 1680.

Ο Ιωάννης Καψής (ή Κάψης κατά την Αλεξάνδρα Κραντονέλλη), δεν είναι βέβαιο πού και πότε γεννήθηκε. Πολλά στοιχεία γι’ αυτόν, οφείλουμε στον μεγάλο ιστοριοδίφη Κωνσταντίνο Σάθα, ο οποίος και τα δημοσίευσε με τον τίτλο «Ο Βασιλεύς της Μήλου» στο περιοδικό «Χρυσαλλίς». Σύμφωνα με μια εκδοχή καταγόταν από τη Μήλο και για πολλά χρόνια ήταν ένας από τους καλύτερους πλοηγούς που κατεύθυναν τα πλοία που περνούσαν από το Αιγαίο. Η επικρατέστερη εκδοχή όμως, την οποία παρουσιάζει και ο Κ. Σάθας, είναι πως καταγόταν από το Λιδορίκι της Φωκίδας και μαζί με τα αδέλφια του Νίκο και τον, επονομαζόμενο Καπετάν Τρομάρα, δρούσαν ως αρματολοί αλλά και ως πειρατές.

«Αμφίβιος δαίμονας», χαρακτηρίζεται από αναφορές της εποχής ο Ιωάννης Καψής (κατ’ άλλους Τζώρτζης όπως γράφει ο Νίκος Κανακάρης). Με ορμητήριο τον Μύτικα της Αιτωλοακαρνανίας, σχημάτισε πειρατικό στολίσκο και λεηλατούσε τις νοτιοανατολικές ακτές της Πελοποννήσου και τα γύρω νησιά.

Σύντομα η φήμη του εξαπλώθηκε, όπως και η δράση του, που από την Αιτωλοακαρνανία, έφτανε ως τον Ελλήσποντο. Ο καπουδάν πασάς (Οθωμανός αρχιναύαρχος του Αιγαίου), είχε δώσει εντολή στον οθωμανικό στόλο να φροντίζει μόνο να έχει τις λιγότερες δυνατές απώλειες μετά τη «συνάντηση» και σύγκρουση με τις δυνάμεις του Ι. Καψή και των αδερφών του.

Ο Καψής δεν έκανε διακρίσεις. Χτυπούσε Τούρκους, Βενετούς αλλά και Έλληνες.

Κάποια στιγμή, ο Καψής με τις γαλέρες του άραξε στο λιμάνι της Μήλου για να πουλήσει τα λάφυρα που είχε συγκεντρώσει και ανεφοδιάσει τον στολίσκο του. Εκεί γνώρισε την κόρη ενός προύχοντα του νησιού, του Αρμένη, την ερωτεύτηκε και την παντρεύτηκε. Αποφάσισε να εγκαταλείψει την αμφίβια δράση του και να εγκατασταθεί στο όμορφο κυκλαδονήσι. Το ίδιο έκανε και ο αδελφός του Νίκος, που έμεινε στη Μήλο. Ο τρίτος αδελφός του όμως, ο Καπετάν Τρομάρας, συνέχισε ως επικεφαλής πλέον, πειρατικού στολίσκου, τη δράση και τα ρεσάλτα. Όμως, μετά από λίγο καιρό, μετά από αιματηρή σύγκρουση με γαλλικά πλοία, ο Καπετάν Τρομάρας αιχμαλωτίστηκε. Οι Γάλλοι τον παρέδωσαν στον καπουδάν πασά ο οποίος αφού τον υπέβαλε σε φρικτά βασανιστήρια, τον εκτέλεσε. Αυτό προκάλεσε την οργή του Ιωάννη Καψή, ο οποίος μαζί με τον αδελφό του Νίκο, αρμάτωσε νέο πειρατικό στόλο και επανέλαβε τη δράση του, χτυπώντας αλύπητα Τούρκους και Φράγκους. Πλέον, δεν ενοχλούσε και δεν χτυπούσε Έλληνες.

Το 1677, επέστρεψε στη Μήλο. Ένα βραδύ, άραξε στην Απολλωνία και αποβίβασε από τις γαλέρες του, εκατοντάδες ενόπλους στο νησί, καταλύοντας αστραπιαία κάθε Αρχή. Βέβαια, είχε συμμάχους και τους ντόπιους κατοίκους της Μήλου που τον εκτιμούσαν ιδιαίτερα.Γράφει ο Γάλλος ιησουίτης Robert Sauger:

«Οι Μήλιοι, φύσει ανδρείοι, μη ανεχόμενοι τον τουρκικόν ζυγόν και θαυμασταί των κατορθωμάτων του Καψή, ουδόλως επηρεασθέντες από το άσημον της καταγωγής του, παραχρήμα (= ευθύς, αμέσως) τον αναγνώρισαν ως βασιλέα». Ο Καψής δεν έγινε ουσιαστικά αλλά και τυπικά βασιλιάς της Μήλου, καθώς στέφθηκε στην ορθόδοξη εκκλησία του νησιού, την Παναγία Πορταΐτισσα, από τον Λατίνο επίσκοπο των Δυτικών Κυκλάδων (Μήλου, Κιμώλου, Σίφνου), Δον Αντόνιο Καμίλο.

Χιλιάδες ντόπιοι παρακολούθησαν την τελετή. Ο Καψής αναγνωρίστηκε ως βασιλιάς, εκτός από τους ορθόδοξους, που αποτελούσαν τη συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων του νησιού, τους καθολικούς αλλά και τους Τούρκους που δεν είχαν βέβαια και περιθώρια αντίδρασης.

Ο Καψής εγκαταστάθηκε στο καλύτερο αρχοντικό του νησιού. Φρόντισε το «κράτος» του να αποκτήσει Στρατό, Αστυνομία, Σωματοφυλακή και δικαστήριο, χωρίς όμως να καταργηθεί το «Κοινό της Χώρας», ενός είδους συνέλευση των προκρίτων. Τη δικαστική εξουσία την ανέλαβε ο ίδιος, δικάζοντας σε ορισμένες ημερομηνίες και παίρνοντας δίκαιες αποφάσεις.

Παρέμεινε απλός στη συμπεριφορά του, ενώ και τα μέτρα που έλαβε στόχευαν στην καλυτέρευση της ζωής του λαού. Αντίθετα, οι πρόκριτοι του νησιού, είχαν αρχίσει να δυσανασχετούν και να τον φθονούν.

Ο Καψής, συνοδευόταν πάντα από 50 σωματοφύλακες, ενώ και στο σπίτι του υπήρχε μόνιμη φρουρά 25 ενόπλων. Οι Τούρκοι αρχικά, δεν τον ενόχλησαν. Άλλωστε, ο Καψής ήταν ο φόβος και ο τρόμος τόσο γι’ αυτούς όσο και για τους Φράγκους.

Όταν όμως το κράτος της Μήλου φάνηκε ότι άρχισε να αποκτά μιμητές, τα πράγματα άλλαξαν. Μικροανταρσίες και τάσεις ανεξαρτητοποίησης εκδηλώθηκαν στη Σίφνο, τη Νάξο και τη Μύκονο. Μάλιστα, οι Μυκονιάτες συλλάμβαναν τους Τούρκους και τους πουλούσαν σαν σκλάβους!

Οι Τούρκοι, μην μπορώντας να αντιμετωπίσουν «στα ίσια» τον Καψή, κινήθηκαν με δόλο και πονηριά. Έστειλαν μια μοίρα του στόλου, από τρεις γαλέρες στη Μήλο. Ο διοικητής της, αποβιβάστηκε στο νησί με δώρα και λαμπρή συνοδεία. Διαβεβαίωσε μάλιστα τον Καψή για την εκτίμηση και την εύνοια που είχε γι’ αυτόν ο σουλτάνος. Τον κάλεσε μάλιστα, να επισκεφθεί το πλοίο του για να ανταποδώσει τη φιλοξενία. Ο Καψής, άγνωστο γιατί και πώς δέχτηκε. Παρά τις αντιρρήσεις των ανδρών του, πήγε μόνος του, χωρίς συνοδεία, με μια βάρκα, στο πλοίο του Τούρκου διοικητή, θεωρώντας ότι αν τον ακολουθούσαν ένοπλοι άνδρες, αυτό θα ήταν προσβλητικό για τους Τούρκους. Μόλις όμως πάτησε το πόδι του στο πλοίο, οι Τούρκοι τον συνέλαβαν, τον αλυσόδεσαν και ξεκίνησαν για την Κωνσταντινούπολη. Εκεί, φυλακίστηκε στο Επταπύργιο και λίγες μέρες αργότερα, τον κρέμασαν στην Πύλη του Μπανιού. (1680).

Αυτό ήταν το τέλος του Ιωάννη Καψή και του βραχύβιου κράτους της Μήλου, του μοναδικού ανεξάρτητου «πειρατικού» κράτος που υπήρξε στο Αιγαίο.Ο Γάλλος βοτανολόγος Joseph Pitton de Tournefort που ταξίδεψε στα ελληνικά νησιά από το 1700 ως το 1702, γράφει:

«Ο Καψής ήταν ανδρείος και μη εστερημένος ουδενός των προς το κυβερνάν προτερημάτων. Αληθής κυρίαρχος». Οι κάτοικοι της Μήλου που είχαν ζήσει στα χρόνια της βασιλείας του Καψή, τον είχαν ακόμα σε μεγάλη εκτίμηση. Η πειρατεία στις ελληνικές θάλασσες, ιδιαίτερα στα χρόνια της τουρκοκρατίας, είχε λάβει απίστευτες διαστάσεις. Το θέμα αυτό, θα μας απασχολήσει σε μελλοντικά μας άρθρα.

Πηγή: ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΚΡΑΝΤΟΝΕΛΛΗ, «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΠΕΙΡΑΤΕΙΑΣ ΣΤΟΥΣ ΜΕΣΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑΣ», «ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟΝ ΤΗΣ ΕΣΤΙΑΣ», Γ’ ΕΚΔΟΣΗ, 2015, 

Views: 225

Lorem ipsum dolor sit amet, consectetur adipisicing elit sed.

Follow us on
wpChatIcon

You cannot copy content of this page

error: Content is protected !!