Γαλιονι
Το γαλιόνι ήταν ένας (σχετικά) μεγάλος σε μέγεθος τύπος ιστιοφόρου πλοίου με τρία καταστρώματα, που αρχικά ναυπηγήθηκε και χρησιμοποιήθηκε από τους Ισπανούς και στη συνέχεια από τους Πορτογάλους και τελευταία από τους Άγγλους οι οποίοι και το τελειοποίησαν (φρεγατοποίησαν) αυξάνοντας το μήκος του στο τετραπλάσιο ή και πενταπλάσιο του πλάτους του, αντί του αρχικού τριπλάσιου. Ο τύπος αυτός έδρασε από τα τέλη του 16ου και όλο τον 17ο αιώνα. Χρησιμοποιούνταν κυρίως ως εξοπλισμένο εμπορικό, μεταγωγικό και λιγότερο ως πολεμικό.
Το γαλιόνι ήταν εξέλιξη της καραβέλας και του περίπου ομοίου του πορτογαλικού κάρακα, ως πλοίο προορισμένο για υπερπόντια ταξίδια. Είχε χαμηλότερη πλώρη από την πρύμνη και γενικότερα κατασκευή που επέτρεπε μεγαλύτερη ευστάθεια, χαμηλότερο πρόστεγο και επομένως μεγαλύτερη ταχύτητα και ευελιξία. Γενικά ήταν μακρύτερο, χαμηλότερο και στενότερο, της καραβέλας, με τετραγωνικό αντί στρογγυλό φλόκο. Για την Πορτογαλία τουλάχιστον, ήταν οι κάρακες συχνά πάνω από 1.000 τόνους, ενώ τα γαλιόνια συνήθως γύρω στους 500 τόνους. Ωστόσο τα γαλιόνια κλάσης Μανίλα έφταναν τους 1.500 μέχρι 2.000 τόνους.
Οι κάρακες εξοπλίζονταν πιο ελαφρά και χρησιμοποιούνταν για τη μεταφορά φορτίων, ενώ τα γαλιόνια ήταν πολλαπλού ρόλου, δηλαδή και πολεμικά, βαρύτερα οπλισμένα και οικονομικότερα. Συνήθως 5 γαλιόνια κόστιζαν όσο 3 κάρακες και γι’ αυτό συνέφεραν πολύ περισσότερο ως πολεμικά. Υπάρχουν διάφορες (εθνικά διαφοροποιούμενες) απόψεις για την ακριβή καταγωγή την εξέλιξη των γαλιονιών. Ουσιαστικά όλες οι ναυτικές δυνάμεις του Ατλαντικού ανέπτυξαν γαλιόνια, προσαρμόζοντας τα ανάλογα με τις ανάγκες τους αλλά και μαθαίνοντας από τους αντιπάλους τους.
Τα γαλιόνια βασίζονταν για την πλεύση τους ολοκληρωτικά στα ιστία τους. Έφεραν 3-5 κατάρτια (συμπεριλαμβανομένου του προβόλου), και μικρό επιδρομίσκο με τριγωνικά ή πολυγωνικά πανιά στο τελευταίο (πίσω). Είχαν συχνά μικτό ρόλο, εμπορικό και πολεμικό, με πιο χαρακτηριστικό το παράδειγμα του ισπανικού στόλου μεταφοράς θησαυρών. Ήταν πολύ συνηθισμένο τα ίδια σκάφη να αλλάζουν ρόλο πολλές φορές ανάλογα με το αν έπλεαν σε καιρό πολέμου ή ειρήνης. Κυριάρχησαν στους ωκεανούς για περίπου 2,5 αιώνες. Αποτέλεσαν ακόμη τα ίδια πρότυπα για τα μεταγενέστερα τρικάταρτα και τετρακάταρτα ιστιοφόρα τετράγωνης ιστιοφορίας.
Το πυροβολικό των πολεμικών γαλιόνων περιελάμβανε περί τα 50 κανόνια των 9 μέχρι 18 λιβρών σε ισάριθμες κανονιοθυρίδες διανεμημένα εξ ίσου σε αμφότερες τις πλευρές επί δύο υποκαταστρωμάτων (κλειστών πυροβολείων) ενώ επί του κυρίου καταστρώματος φέρονταν μόνο στο πρόστεγο και επίστεγο που λειτουργούσαν ως κλειστοί προμαχώνες – πύργοι. Βασικά ήταν βραδυκίνητα και δυσχείριστα πλοία που όμως η ογκώδης εμφάνισή τους τα έκανε επίφοβα.
Τα κύρια πολεμικά πλοία των εχθρικών μεταξύ τους στόλων της Αγγλίας και της Ισπανίας το 1588 ήταν γαλιόνια. Η Ισπανική Αρμάδα όμως είχε δώσει έμφαση στη δύναμη και τη μεταφορική ικανότητα, ενώ ο αγγλικός στόλος, στον οποίο επικράτησε περισσότερο, στην ταχύτητα και την ευελιξία, ειδικότερα μετά τη φρεγατοποίησή τους. Τα ισπανικά και πορτογαλικά γαλιόνια σπάνια χρησιμοποιήθηκαν σε ναυμαχίες χρησιμοποιώντας τα περισσότερο ως θησαυροφορτίδες και οπλιταγωγά στα υπερπόντια ταξίδια και μεταφορά στρατευμάτων στις κτήσεις τους. Εξ αυτού του λόγου τα σκάφη αυτά ήταν οι κυρίαρχοι στόχοι των πειρατών και κουρσάρων της εποχής τους που βασίζονταν περισσότερο στο ρεσάλτο. Σε περίπτωση όμως ναυμαχίας, διατηρούσαν μεγαλύτερη αντοχή στα πλήγματα αλλά και την κακοκαιρία, ενώ τα αγγλικά ήταν πιο αποτελεσματικά σε ναυμαχίες ελιγμών και κανονιοβολισμούς από απόσταση.
Πηγές:
1. Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια τ.Η΄, σ.73
2. Lavery, Brian (2004). Ship. National Maritime Museum. σελ. 81. ISBN 1-4053-0589-4.
3, John B. Hattendorf· Richard W. Unger (2002). War at Sea in the Middle Ages. Rochester, NY: Boydell and Brewer. σελ. 195. ISBN 0851159036.
Views: 90